- τίλλουσα
- τίλλωb.pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τίλλουσ' — τίλλουσα , τίλλω b. pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) τίλλουσι , τίλλω b. pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) τίλλουσι , τίλλω b. pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) τίλλουσαι , τίλλω b. pres part… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πληκτίζομαι — Α 1. διαπληκτίζομαι, φιλονικώ («αργάλεον δὲ πληκτίζεσθ ἀλόχοισι Διός», Ομ. Ιλ.) 2. χτυπάω με τα χέρια μου το στήθος θρηνολογώντας, στηθοδέρνομαι («κόμην τίλλουσα γόῳ πληκτίζετο μήτηρ», (Ανθ. Παλ.) 3. μτφ. κάνω ζωηρά ερωτικά παιχνίδια, σεξουαλικές … Dictionary of Greek